Still working to recover. Please don't edit quite yet.

Αναρχοκομμουνισμός

From Anarchopedia
Revision as of 14:00, 24 February 2014 by 94.71.237.154 (Talk)

Jump to: navigation, search

Ο αναρχοατομικισμόςΥποστηρίζει ως αναγκαία την αναγνώριση της «εμπράγματης ιδιοκτησίας» του κάθε ατόμου. Ο κύριος εκπρόσωπος αυτού του ρεύματος είναι ο Κάσπαρ Σμίντ, πιο γνωστός ως Μαξ Στίρνερ. Ο ατομικιστικός αναρχισμός είναι μια μορφή άκρατου φιλελευθερισμού, με κύρια στοιχεία του τον ακραίο ατομικισμό, τον εγωισμό, τη συμβατική υποχρέωση, την ατομική ιδιοκτησία κλπ. Καθώς ορισμένοι ατομικιστές αποδέχονταν την ελεύθερη αγορά, ο αναρχοκαπιταλισμός έχει περιγραφεί ως σύγχρονη απόρροια του αναρχοατομικισμού.ΑναρχοκολεκτιβισμόςΣυνοπτικά ο κολεκτιβιστικός αναρχισμός (αναρχοκολεκτιβισμός) είναι μια μορφή άκρατου σοσιαλισμού (εξού και η άρνηση στη δικτατορία του προλεταριάτου), όπου κύρια στοιχεία της κοινωνικής οργάνωσης είναι η συλλογική κατοχή και διαχείριση των φυσικών πόρων και μέσων παραγωγής από κάθε κοινότητα, η έμφαση στο κοινωνικό καθήκον και η διανομή των παραγόμενων αγαθών στα άτομα αναλόγως με την εργασία που παρείχαν (μέσω ενός μισθολογικού συστήματος). Ο αναρχοκολεκτιβισμός στοχεύει στην εγκαθίδρυση της αναρχίας μέσω μίας κοινωνικής επανάστασης της εργατικής τάξης, η οποία θα καταργήσει τον καπιταλισμό. Απόρροια του αναρχοκολεκτιβισμού αποτελεί ο αναρχοκομμουνισμός, ο οποίος όμως δεν δέχεται καθόλου την ύπαρξη χρήματος ή μισθολογικού συστήματος.ΑναρχοκομμουνισμόςΦρονεί επίσης ότι τα μέσα παραγωγής (γαίες, εργοστάσια, μεγάλες επιχειρήσεις) πρέπει να τα κατέχουν και να τα διαχειρίζονται συνεργατικά εθελοντικές ομάδες στη βάση της άμεσης δημοκρατίας και της αμοιβαίας βοήθειας, συνήθως σε επίπεδο τοπικής κοινότητας[5]. Όμως ο αναρχοκομμουνισμός αντιτίθεται ρητά όχι μόνο στην αστική ελευθερία της νομής, κατοχής και εκμετάλλευσης ιδιωτικής ιδιοκτησίας, αλλά και στην ύπαρξη μισθολογικού συστήματος. Για τους αναρχοκομμουνιστές η διανομή των αγαθών στα άτομα πρέπει να γίνεται ελεύθερα αναλόγως με τις ανάγκες τους. Κύριος εκφραστής της θεωρίας αυτής ήταν ο Π. Κροπότκιν, ο οποίος επιχείρησε να τη στηρίξει επιστημονικά μελετώντας το εξελικτικό πλεονέκτημα που προσδίδουν στα μέλη μίας κοινότητας η αλληλοβοήθεια και η αλληλεγγύη.ΑναρχοσυνδικαλισμόςΑναπτύχθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα στη Γαλλία, Ισπανία και την Ιταλία, ενώ επεκτάθηκε και σε άλλες χώρες. Αντιτίθεται στο κράτος, στην κοινοβουλευτική πολιτική πάλη και στα πολιτικά κόμματα, αλλά δίνει τον πρώτο ρόλο στα συνδικάτα και θεωρεί την απεργία βασική μέθοδο πάλης ενάντια στην αστική τάξη. Έτσι για τους αναρχοσυνδικαλιστές η ταξική πάλη συνήθως περιορίζεται στους χώρους εργασίας, μα όσον αφορά τον τελικό στόχο της αναρχικής κοινωνίας δεν διαφέρουν από τους αναρχοκολεκτιβιστές ή τους αναρχοκομμουνιστές. Ο αναρχοσυνδικαλισμός απέκτησε ιδιαίτερη ισχύ στην Ισπανία, με αποκορύφωμα την Ισπανική Επανάσταση του 1936 κατά τον Ισπανικό Εμφύλιο.ΑναρχοχριστιανισμόςΑναρχοχριστιανισμός ή χριστιανικός αναρχισμός λέγονται οι διάφορες παραδόσεις που συνδυάζουν τον αναρχισμό με το χριστιανισμό. Οι αναρχοχριστιανοί ή xριστιανοί αναρχικοί πιστεύουν ότι η ελευθερία είναι δικαιολογημένη πνευματικά μέσω της διδασκαλίας του Ιησού. Όσον αφορά τη στάση των αναρχοχριστιανών απέναντι στην εξωτερική εκκλησιαστική ιεραρχία, δεν υπάρχει κοινή στάση,καθώς μερικοί στρέφονται κατά της εκκλησιαστικής ιεραρχίας ενώ άλλοι δεν την πολεμούν. Το έργο του Λέοντα Τολστόι Η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας είναι ένα βασικό κείμενο στο σύγχρονο xριστιανικό αναρχισμό. Επίσης υπάρχει μεγάλος σεβασμός στις κοινότητες μοναχών, ιδιαίτερα σε συγκεκριμένες του παρελθόντος (π.χ. ασκητές της ερήμου της Νιτρίας). Ο αναρχοχριστιανισμός είναι πιο κοντά στον «κοινωνικό» αναρχισμό από ό,τι στον αναρχοατομικισμό. Συχνά είναι πασιφιστικός και απορρίπτει τον πόλεμο και, γενικότερα, τη βία. Γνωστές αναρχοχριστιανικές κινήσεις είναι η Κίνηση των Καθολικών Εργατών (Catholic Worker Movement) και η Μαθητική Χριστιανική Κίνηση (Student Christian Movement).ΑναρχοκαπιταλισμόςΑναρχοκαπιταλισμός, ή αναρχισμός της ελεύθερης αγοράς, αποκλήθηκε η τάση εκείνη του αναρχοατομικισμού που αρνείτο μεν την ύπαρξη του κράτους, ως αυτόνομου μηχανισμού εξουσίας επί της κοινωνίας, αλλά δεχόταν την ύπαρξη του συστήματος της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και του κινήτρου του χρηματικού κέρδους ως μοχλού της ανθρώπινης δραστηριότητας. Οι κύριοι θεωρητικοί του αναρχοκαπιταλισμού οραματίστηκαν ένα κοινωνικό μοντέλο στηριγμένο αποκλειστικά στην ατομική ιδιοκτησία και στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Οι βασικοί τους στόχοι ήταν η διαμόρφωση ενός δικαίου στηριγμένου στα αρνητικά δικαιώματα, η ιδιωτικοποίηση όλων των κρατικών θεσμών και η εξάλειψη κάθε μορφής άμεσου εξαναγκασμού έναντι οιουδήποτε πολίτη. Πίσω από τις αρχές τους υφέρπει μια προσήλωση στα φυσικά δικαιώματα και στη λοκιανή κοσμοθέαση. Πολλοί αναρχοκαπιταλιστές θεώρησαν ως εμβρυακό μοντέλο αναρχοκαπιταλιστικής κοινωνίας τη μισοδιαλυμένη από τους πολέμους και ουσιαστικά ακυβέρνητη επί χρόνια Σομαλία.Αναρχοπρωτογονισμός (Πριμιτιβισμός)Ο πριμιτιβισμός (αναφέρεται και ως πρωτογονισμός ενώ παλιότερα ονομαζόταν αναρχοπρωτογονισμός) είναι ένας κλάδος-τάση του αναρχισμού. Η τάση αυτή εστιάζει στο ρόλο της μετάβασης από τις πρώτες τροφοσυλλεκτικές και ασχολούμενες με το κυνήγι κοινωνίες στις αγροτικές κοινωνίες στην δημιουργία ιεραρχικών κοινωνιών και στην αλλοτρίωση των ανθρώπων. Από τους υποστηρικτές της θεωρίας αυτής προτείνεται η επιστροφή σε λιγότερο διαβρωμένους από τον πολιτισμό τρόπους ζωής μέσω της αποβιομηχάνισης, της κατάργησης του καταμερισμού της εργασίας και εγκατάλειψη της τεχνολογίας. Η επιστήμη και η τεχνολογία θεωρούνται ως μη ουδέτερες, και πιστεύεται ότι πάντα ενσωματώνουν τις αξίες και τους σκοπούς όσων τις παράγουν και τις ελέγχουν.Ο πριμιτιβισμός ασκεί κριτική κυρίως σε δύο ζητήματα: στον πολιτισμό και την τεχνολογία. Είναι κατά του καταμερισμού εργασίας και κατά της εξειδίκευσης. Έπειτα από διάφορες διενέξεις, το πρόθεμα «αναρχο-» αφαιρέθηκε και ονομάζεται πλέον πρωτογονισμός ή πριμιτιβισμός. Πηγή έμπνευσης για τον πριμιτιβισμό αποτελούν οι Λουδδίτες.Πράσινος αναρχισμόςΟ πράσινος αναρχισμός δεν είναι μια συγκεκριμένη πολιτική θεωρία, αλλά ένα σύνολο διαφόρων φιλοσοφικών, οικολογικών και κοινωνικών κινημάτων με πολλά κοινά και κάποιες, όμως, διαφορές: αποτελεί ένα κράμα από κοινωνικούς οικολόγους, φεμινιστές, καταστασιακούς, αναρχοπρωτογονιστές, οικοαναρχικούς, υποστηρικτές του αντιβιομηχανισμού και μετααριστερούς. Η κριτική των πράσινων αναρχικών επικεντρώνεται κυρίως στους «οργανισμούς της εξουσίας» μέσα στην κοινωνία. Τέτοιοι οργανισμοί, για παράδειγμα, είναι: το κράτος, ο καπιταλισμός, η παγκοσμιοποίηση, η κτηνοτροφία, η πατριαρχία, η τεχνολογία ή / και η εργασία. Αυτοί οι οργανισμοί, σύμφωνα με τους πράσινους αναρχικούς, είναι εγγενώς καταστροφικοί και εκμεταλλευτικοί (στους ανθρώπους και στο περιβάλλον) οπότε δεν μπορούν να μεταρρυθμιστούν. Το κίνημα αυτό συνήθως υποστηρίζει την άμεση και αυτόνομη δράση, το σαμποτάζ, την εξέγερση, την επανασύνδεση με τη φύση και ιδίως τη βιοπεριοχή (π.χ. μία επικράτεια οικοκοινοτήτων με κοινό «οικολογικό πρότυπο»), ώστε να δημιουργηθεί σημαντική και πραγματική αλλαγή.Μετααριστερός αναρχισμόςΟ μετααριστερός αναρχισμός σχηματίστηκε με επίκεντρο την κριτική στον «αριστερίστικο» κλασικό κοινωνικό αναρχισμό και τη σύνδεσή του με το εργατικό κίνημα και τις πρακτικές του. Οι μετααριστεροί συνήθως είναι θεωρητικά επηρεασμένοι τόσο από ορισμένες πτέρυγες του αναρχοκομμουνισμού, όσο και από κάποιους αναρχοατομικιστές (π.χ. τον Μαξ Στίρνερ). Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η απόρριψη κάθε τύπου τυπικής οργάνωσης (π.χ. σε συνδικάτα) ως ιεραρχικής πρακτικής[6], η άρνηση της αρχής της πλειοψηφίας σε αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες χάριν της αρχής της συναίνεσης και η στηλίτευση της επικέντρωσης του κοινωνικού βίου στη λειτουργία της οικονομίας, μέσω καταπιεστικών θεσμών όπως η υποχρεωτική εργασία και το σύστημα αξιών που απορρέει από αυτήν[7]. Συνήθως στον λόγο τους απορρίπτουν τη δημοκρατία (είτε πλειοψηφική-άμεση, είτε αντιπροσωπευτική-φιλελεύθερη) ως εξουσιαστικό πολιτικό σύστημα, βασισμένο σε έναν εκ των προτέρων αποδεκτό διαχωρισμό μεταξύ των πολιτικών υποκειμένων ο οποίος κάνει απαραίτητη την ψηφοφορία, εφικτή τη «δικτατορία της πλειοψηφίας» και σχεδόν αδύνατη την πραγματική επαναστατική ανατροπή[8]. Αντιπροτείνουν δίκτυα αυτοτελών συνελεύσεων που λειτουργούν συναινετικά και χωρίς αυστηρές δεσμεύσεις δράσης για τις μειοψηφίες, συνήθως όμως με κάποιες πλειοψηφικές δικλείδες ασφαλείας[9]. Ο μετααριστερός αναρχισμός επικαλύπτεται σημαντικά με τον εξεγερσιακό αναρχισμό και με ορισμένες όψεις του πράσινου αναρχισμού.Εξεγερσιακός αναρχισμόςςΟ σύγχρονος εξεγερσιακός αναρχισμός εμφανίστηκε στην Ιταλία κατά τα μολυβένια χρόνια (περίπου από το 1968 ως τις αρχές της δεκαετίας του 1980). Έχει τις βάσεις του σε ορισμένες παλαιότερες αντιοργανωτικές τάσεις του αναρχοκομμουνισμού και στον ιλλεγκαλισμό των αρχών του εικοστού αιώνα. Στηρίζεται στην απόρριψη των μόνιμων δομών οργάνωσης και αντιπροτείνει τη δράση μέσα από ομάδες συνάφειας και αυτόνομες ζώνες στο εσωτερικό των αστικών κέντρων, εστίες κατανεμημένης αυτοδιαχείρισης. Κύριο χαρακτηριστικό του είναι η έμφαση στη διαρκή άμεση δράση και σύγκρουση με το κράτος αντί για τη ρητορική προπαγάνδα. Οι εξεγερσιακοί βλέπουν στην καθημερινή ανυπακοή και εξέγερση τον σπόρο της πραγματικής επανάστασης, στόχος της οποίας θα πρέπει να είναι η άνθιση της ατομικότητας του καθενός μέσα από συνθήκες ισότητας πρόσβασης στους οικονομικούς πόρους. Έτσι, σε αντίθεση με τον παραδοσιακό σοσιαλισμό, δεν γίνεται αυστηρός διαχωρισμός μεταξύ προεπαναστατικής και μετεπαναστατικής δράσης ή κοινωνικού γίγνεσθαι.


Τα δύο βασικότερα ρεύματα στο εσωτερικό του αναρχισμού είναι ο αναρχοκομμουνισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και τα δύο αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως τμήμα του κόσμου της εργασίας και οι υποστηρικτές τους παλεύουν στη βάση της κοινωνικής τους θέσης ως εργάτες για την απελευθέρωση της τάξης τους.



Υπάρχουν ακόμα οι συνθετιστές που πιστεύουν στη σύνθεση όλων των τάσεων του αναρχισμού ( από τους αναρχοατομικιστές μέχρι τους αναρχοσυνδικαλιστές ) στα πλαίσια μιας μεγάλης αναρχικής ομοσπονδίας, συγκροτημένης στη βάση ενός μίνιμουμ πλαισίου αντιεξουσιαστικών αρχών που να μην αποκλείουν κανέναν. Ως τρόπο λήψης αποφάσεων που να χωράει όσο γίνεται περισσότερους προκρίνουν την ομοφωνία και τη συναίνεση. Παρά τις ενδεχομένως καλές προθέσεις των εμπνευστών του, το συγκεκριμένο μοντέλο οργάνωσης και δράσης είναι εμφανώς δυσλειτουργικό και πολιτικά ασύμφορο. Ποια είναι η κοινή κατεύθυνση πάνω στην οποία μπορούν να δράσουν πχ. ένας ατομικιστής και ένας ελευθεριακός κομμουνιστής και τι είδους προπαγάνδα πέρα από μια γενικόλογη άρνηση κάθε εξουσίας μπορούν να κάνουν; Πρακτικά σε τέτοιου τύπου οργανώσεις ή η μία τάση θα ηγεμονεύσει επί των υπολοίπων ή θα διαλυθούν στα εξ ων συνετέθησαν.


Οι πλατφορμιστές αντίθετα ( που είναι αναρχοκομμουνιστικής αντίληψης ) συγκροτούνται στη βάση μιας κοινής πλατφόρμας που εκφράζει τις αρχές τους στόχους, το πρόγραμμα και τη στρατηγική της οργάνωσης τους και την οποία κάθε μέλος πρέπει να αποδέχεται και να υποστηρίζει.


Οι ιλλεγκαλιστές τέλος, υιοθετούν την προπαγάνδα μέσω της δράσης, δηλαδή τις ένοπλες επιθέσεις σε κυβερνώντες, τραπεζίτες, κλπ. φθάνοντας ακόμα και σε επιθέσεις σε “αστικά” καφενεία όπως ο Εμίλ Ανρί. Πιο πρόσφατη τάση του Αναρχισμού που εμπνέεται σε μεγάλο βαθμό από αυτούς είναι η εξεγερσιακή τάση χαρακτηριστικός εκφραστής των ιδεών της οποίας μπορεί να θεωρηθεί ο Αλφρέντο Μπονάνο, πρώην πανεπιστημιακός καθηγητής κοινωνιολογίας που συνελήφθη πρόσφατα κατηγορούμενος για συμμετοχή σε ληστεία τράπεζας.


Ο αναρχοσυνδικαλισμός από πολλούς θεωρείται ότι είναι απλά μια λέξη που περιγράφει εκείνο το τμήμα των αναρχικών που αποφάσισαν να ασχοληθούν με τον εργατικό συνδικαλισμό. Με τον συνδικαλισμό ωστόσο ασχολούνται ανέκαθεν αναρχικοί όλων σχεδόν των τάσεων. Οι αναρχοκομμουνιστές ξεκάθαρα δήλωναν υπέρμαχοι του επαναστατικού συνδικαλισμού στους χώρους εργασίας, αλλά και αναρχικοί που στέκονταν ιδιαίτερα επικριτικοί απέναντι στον αναρχοσυνδικαλισμό όπως ο Ιταλός συνθετιστής Ερρίκο Μαλατέστα είχαν πλούσια συνδικαλιστική δράση στη δουλειά τους. Η διαφορά του αναρχοσυνδικαλισμού είναι ότι δίνει προτεραιότητα στο συνδικάτο ως κύτταρο οργάνωσης της μελλοντικής κοινωνίας. Σκοπός του α/συνδικαλιστή δεν είναι να προπαγανδίσει τις αναρχικές ιδέες μέσα στην εργατική τάξη, αλλά η ίδια η τάξη να αποκτήσει οργανώσεις με ελευθεριακή δομή. Για αυτόν ο κόσμος δε χωρίζεται σε αριστερούς, δεξιούς, κεντρώους και αναρχικούς, αλλά σε αφεντικά και εργάτες, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Δεν είναι ένας αναρχικός που προσπαθεί να συναντηθεί με τους εργαζόμενους αλλά ένας εργαζόμενος που συναντά τον αναρχισμό. Για να το πούμε αλλιώς δεν είναι η ιδεολογία του που καθορίζει την κοινωνική του θέση, αντίθετα με βάση την κοινωνική του θέση επιλέγει εκείνη την κοσμοθεωρία που κρίνει πως εκφράζει καλύτερα τις επιθυμίες, τα συμφέροντα και τις ανάγκες του. Έτσι πολλά μέλη εργατικών ελευθεριακών συνδικάτων δεν αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί αλλά και πολλοί αναρχικοί συμμετέχουν σε μη ελευθεριακά συνδικάτα για να προπαγανδίσουν τις ιδέες τους σε μεγαλύτερες μάζες κόσμου ( πχ. σήμερα στη Γαλλία αρκετοί αναρχοκομμουνιστές δε συμμετέχουν στην αναρχοσυνδικαλιστική CNT-F αλλά στα αριστερού προσανατολισμού SUD ).


η αντίληψη αυτή που σε πολλούς -ακόμα και αναρχικούς- στην υπερ-πολιτικοποιημένη Ελλάδα μπορεί να μοιάζει ακατανόητη έχει τις ρίζες της στην ιστορική κόντρα της Α' Διεθνούς ανάμεσα στους αναρχικούς με πιο γνωστό εκφραστή τους το Μπακούνιν και στους μαρξιστές. Ο Μπακούνιν υποστήριζε ότι οι αφηρημένες ιδέες δύσκολα υιοθετούνται από τις μεγάλες μάζες των εργατών. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πολιτικό πρόγραμμα και να καλέσεις όλους τους εργαζόμενους να προσχωρήσουν σε αυτό. Θα ήταν πιο χρήσιμο να ενώσεις τους εργαζόμενους στη βάση του κοινού βιώματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης από τα αφεντικά και μέσα από την κοινή ζωή του συνδικάτου , να τους μορφώσεις ώστε να φτάσουν οι ίδιοι να δημιουργήσουν ένα κοινό απελευθερωτικό πρόγραμμα για τους εαυτούς τους. ( Bacounine, 2009 ) Αυτή η ιδέα της προτεραιότητας του κοινωνικού αγώνα έναντι του πολιτικού είναι που πρεσβεύει ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και είναι τραγελαφικό άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί να υιοθετούν λενινιστικές λογικές προτεραιότητας της πολιτικής ταυτότητας έναντι της κοινωνικής θέσης στο όνομα της “κοινωνικής απελευθερωτικής δράσης”.2


Γενικά στον ελλαδικό χώρο επικρατεί μια σύγχυση πάνω στα διάφορα ιστορικά ρεύματα του αναρχισμού με αποτέλεσμα πολλές φορές να χρησιμοποιούνται όροι δανειζόμενοι από το αναρχικό κίνημα της Ευρώπης οι οποίοι επενδύονται με ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διάλογος που αναπτύσσεται ανάμεσα στους αναρχικούς του ελλαδικού χώρου για το ποιος είναι και ποιος δεν είναι “κοινωνικός αναρχικός”. Ως κοινωνικοί αναρχικοί εδώ εκλαμβάνονται όσοι στο λόγο τους διάκεινται θετικά απέναντι στην κοινωνία και ως μη κοινωνικοί ή και “αντικοινωνικοί αναρχικοί” ( sic ) όσοι της ασκούν κριτική ως υποταγμένης, αλλοτριωμένης,κλπ. Αντίστοιχα ως αναρχοκομμουνιστές εκλαμβάνονται όσοι αναφέρουν στα κείμενά τους ως τελικό στόχο τον ελευθεριακό κομμουνισμό ενώ ως ατομικιστές ή μηδενιστές όσοι δεν αναφέρουν κάποιο σαφές πρόταγμα και μιλούν για διάχυση του χάους και της αταξίας, κλπ.


Στην πραγματικότητα κοινωνικός αναρχισμός είναι εκείνο το ρεύμα του αναρχισμού που επιλέγει την παρέμβαση μέσα στην κοινωνία ( ως εργαζόμενος στη δουλειά, ως κάτοικος στη γειτονιά, ως φοιτητής στη σχολή ,κλπ. ) με βάση την κοινωνική ιδιότητα και όχι με βάση μια διαχωρισμένη πολιτική-πολιτιστική ταυτότητα και κουλτούρα που στηρίζεται σε έναν άλλο τρόπο ζωής ( lifestyle ) από αυτόν της πλειοψηφίας. Έτσι πχ. σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί κοινωνικός αναρχικός ένας υποστηρικτής του αναρχοπριμιτιβισμού ή της ένοπλης βίας επειδή απλά μιλάει στα κείμενά του με θετικό τρόπο για την κοινωνία. Επομένως κάποιος που ασκεί κριτική ας πούμε στην αλλοτρίωση της σημερινής κοινωνίας μπορεί κάλλιστα να ανήκει στο ρεύμα του κοινωνικού αναρχισμού και το ανάποδο.

Επίσης το πρόταγμα μιας αναρχικής κομμουνιστικής κοινωνίας δεν αρκεί για να θεωρηθεί κάποιος αναρχοκομμουνιστής. Οι ιλλεγκαλιστές οπαδοί για παράδειγμα της “προπαγάνδας μέσω της δράσης” πολλές φορές αναφέρουν ως στόχο τους την αταξική κομμουνιστική κοινωνία, θεωρούν ωστόσο ότι αυτή θα επιτευχθεί μέσα από ενέργειες ένοπλης βίας. Το αναρχοκομμουνιστικό ρεύμα αντίθετα υποστηρίζει ως μέσο δράσης τη δουλειά των αναρχικών μέσα στον κόσμο της εργασίας, μέσα στα συνδικάτα.

Το σύνολο του ρεύματος του κοινωνικού αναρχισμού επίσης υιοθετεί δομές οργάνωσης με μέλη, γραπτές αρχές και αμεσοδημοκρατική λειτουργία λήψης αποφάσεων. Αντίθετα οι αφορμαλιστικές οργανώσεις που λειτουργούν χωρίς μέλη, οργανωτικές δομές και συγκεκριμένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων δεν αποτελούν τμήμα της παράδοσης του κοινωνικού αναρχισμού αλλά ορισμένων τάσεων της εργατικής αυτονομίας και της λεγόμενης “νέας αναρχικής σχολής” που δίνει έμφαση στο ατομικό βίωμα, τη δημιουργία απελευθερωμένων ζωνών εντός του υπάρχοντος συστήματος, τη διάδοση μιας εναλλακτικής αντιεξουσιαστικής κουλτούρας, κλπ. Στοιχεία που χωρίς να είναι αρνητικά καθεαυτά αν δε συνδέονται με την παρέμβαση μέσα στο εργατικό κίνημα καταλήγουν απλά ένα ακόμα νεολαιίστικο lifestyle3


Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι όλα τα ρεύματα του παραδοσιακού αναρχισμού ( με εξαίρεση τους ιλλεγκαλιστές ) έχουν ως βασική τους προτεραιότητα τη συνδικαλιστική δράση μέσα στους χώρους δουλειάς με τον αναρχοσυνδικαλισμό να προσδίδει απλώς μια ιδιαίτερη βαρύτητα στις κοινωνικές οργανώσεις των εργαζομένων έναντι των ειδικών πολιτικών ομάδων.

  • το κειμενο δημοσιευεται στο 3ο τευχος του περιοδικου της ΕΣΕ Αθήνας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ http://athens.ese-gr.org/


Βιβλιογραφικές αναφορές

Bacounine M., ( 2009 ) Για την ελευθερία του καθενός και την ισότητα όλων, Αθήνα, Καινά Δαιμόνια.

Μπούκτσιν, Μ. ( 2005 ) Κοινωνικός ή Lifestyle Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα, Εκδόσεις Ισνάφι.

1Ο όρος “ελευθεριακός” είναι παρεξηγημένος στον ελλαδικό χώρο και τείνει να ταυτιστεί, τουλάχιστον για μια μεγάλη μερίδα του κόσμου, με τον οπαδό του εναλλακτικού lifestyle, των “ελεύθερων σχέσεων” ή τον εραστή της ελευθερίας γενικώς, κάνοντας έτσι δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ ελευθεριακών και φιλελεύθερων. Στην πραγματικότητα o “ελευθεριακός” είναι η μετάφραση του αγγλικού libertarian και παραπέμπει στη διαμάχη μεταξύ αναρχικών και μαρξιστών για τον τρόπο μετάβασης στην αταξική κοινωνία. Οι αναρχικοί επιθυμούν εξίσου με τους μαρξιστές το σοσιαλισμό, ωστόσο απορρίπτουν τη δικτατορία -των ειδικών του κόμματος επί- του προλεταριάτου. Ο δικός τους σοσιαλισμός και κομμουνισμός δεν είναι εξουσιαστικός αλλά ελευθεριακός. Την ιδέα αυτή αποδίδει περίφημα η παρακάτω ρήση του Μιχαήλ Μπακούνιν: “Ελευθερία χωρίς σοσιαλισμό σημαίνει προνόμιο, αδικία. Σοσιαλισμός χωρίς ελευθερία σημαίνει υποδούλωση, καταπίεση.”

2 Από την άλλη εξίσου λανθασμένη είναι η προσέγγιση όσων εκκινώντας από αυτήν τη θέση του αναρχοσυνδικαλισμού φθάνουν να ισχυριστούν πως ο αναρχοσυνδικαλισμός δεν είναι ρεύμα του αναρχισμού αλλά του συνδικαλισμού. Αυτό φυσικά είναι αντίθετο τόσο με την ιστορία όσο και με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο αναρχοσυνδικαλισμός είναι ρεύμα τόσο του αναρχικού όσο και του συνδικαλιστικού κινήματος και αποτελεί δίαυλο επικοινωνίας και αλληλοτροφοδότησης ιδεών και πρακτικών μεταξύ των δύο.

3Πολύ κατατοπιστικό για τη διάκριση ανάμεσα στην “παλιά” και τη “νέα” αναρχική σχολή ή αλλιώς τους αναρχικούς με κεφαλαίο και τους αναρχικούς με μικρό άλφα ( πρόκειται για μια διάκριση ανάλογη με αυτήν του Μπούκτσιν ανάμεσα στον κοινωνικό και το lifestyle αναρχισμό: Μπούκτσιν, 2005 ) που συζητάμε εδώ είναι το παρακάτω άρθρο ενός μέλους της αναρχοκομμουνιστικής NEFAC http://ngnm.vrahokipos.net/home/2011-04-09-12-18-07/276-2011-08-16-10-57-00.html Χαρακτηριστικό της σύγχυσης που επικρατεί στην Ελλάδα είναι ότι του κεφαλαίου Α υπεραμύνονται ομαδοποιήσεις ( που βάση της παραπάνω κατηγοριοποίησης ανήκουν στη νέα σχολή των αναρχικών με μικρό άλφα ) οι οποίες έχουν δημιουργήσει μια αντι-συνδικαλιστική “παράδοση” στη βάση της οποίας “οι αναρχικοί δε θέτουν αιτήματα προς το κράτος και το κεφάλαιο” η οποία εκτός του ότι διαστρέφει την ιστορία των αναρχικών οδηγεί μέσω μιας υπερεπαναστατικής ρητορικής στο ρεφορμισμό όπως πολύ εύστοχα καταδεικνύει ο συγγραφέας του ανωτέρω άρθρου.